Πόλεμος για την "ρακή" Τι καταγγέλλουν οι παραδοσιακοί παραγωγοί της Κρήτης στην Μάρα Μπέκα και στην εφημερίδα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ!
Της ΜΑΡΑΣ ΜΠΕΚΑ marabeka1@hotmail.com
Έτοιμοι να ξεκινήσουν «πόλεμο» για την παραδοσιακή τσικουδιά είναι οι παραγωγοί της Κρήτης καθώς βλέπουν χορό συμφερόντων από τις μεγάλες βιομηχανίες ποτών πίσω από την βαριά φορολόγηση που ανακοίνωσε το υπουργείο Οικονομικών με τις ευλογίες της τρόικας.
Σύμφωνα με τους παραδοσιακούς παραγωγούς η αλλαγή της τιμής από 0,59 λεπτά το λίτρο σε 3 ευρώ αλλάζει δραματικά τα δεδομένα και βγάζει εκτός αγοράς τους καζανάδες της Κρήτης, οι οποίοι παράγουν τσίπουρο και ρακή και την εμπορεύονται είτε σε καταστήματα εστίασης είτε σε μικρά σημεία πώλησης.
«Οι προτάσεις για την αύξηση της φορολόγησης έγιναν από τον κ. Μαυραγάνη και τις μεγάλες βιομηχανίες ποτών» δηλώνει στα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ, ο πρόεδρος του Συλλόγου Παραδοσιακών Καζανάδων Κρήτης, Στάθης Φραγκιαδάκης.
«Είμαστε οι παραδοσιακοί παραγωγοί και πληρώνουμε 0,60 ευρώ το λίτρο. Καθεστώς που παραμένει ίδιο εδώ και οκτώ χρόνια. Αν μπει τώρα φόρος 3 ευρώ στο λίτρο αυτομάτως το χύμα προϊόν θα εκτοξευθεί στα 12 ευρώ στην πώληση. Πράγμα που θα «σκοτώσει» την αγορά» επισημαίνει.
Τι απαντά όμως σε όσους μιλούν για παραβατικές συμπεριφορές; «Είμαστε καθόλα νόμιμοι και σωστοί απέναντι στην Ε. Ε αφού μας έχει αποδεχτεί ως καλλιεργητές, σύμφωνα με το νόμο που διέπει το καθεστώς των διήμερων παραγωγών οι οποίοι βγάζουν μικρή ποσότητα παραγωγής για επιπλέον εισόδημα».
ΑΥΞΗΣΗ ΦΟΡΟΥ
Το θέμα της αφορολόγητης διακίνησης χύμα τσίπουρου και ρακής μπήκε στο στόχαστρο της ΕΕ όταν την τελευταία δεκαετία πολλαπλασιάστηκαν οι ιδιωτικές εταιρείες και οι οινοποιητικοί συνεταιρισμοί που εμφιάλωναν τσίπουρο.
Σε αυτούς η φορολογία ήταν υψηλή από την πρώτη στιγμή της παραγωγής φθάνοντας την τελευταία τριετία το 12,5 ευρώ το λίτρο, γεγονός που υποστηρίζει και ο παραγωγός από την βιομηχανία ποτών «Αποστάγματα Κρήτης», Βαγγέλης Παριανός.
«Πράγματι εμείς πληρώνουμε 12,5 ευρώ το λίτρο από την στιγμή της πώλησης και μετά το άνυδρο ποτό όπως λένε τη ρακή και όχι σαν τους παραδοσιακούς παραγωγούς που πληρώνουν μέχρι σήμερα ελάχιστα χωρίς να έχουν το δικαίωμα ετικέτας. Η διακίνηση του χύμα προϊόντος είναι σχεδόν αφορολόγητη και δεχόμαστε έτσι αθέμιτο ανταγωνισμό. Οι πωλήσεις μας έχουν πέσει την τελευταία τριετία στο 20% - 25%».
ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ
Ωστόσο η οργή των παραδοσιακών ρακάδων ξεχειλίζει αφού βλέπουν το μικρό εισόδημα που κερδίζουν με την παραγωγή της τσικουδιάς ότι κινδυνεύει να χαθεί. Οι ίδιοι εστιάζουν τα αιτήματα τους στη διαφύλαξη του παραδοσιακού προϊόντος από τους επιτήδειους που τα τελευταία χρόνια εξασκούν το σπορ της λαθροεισαγωγής. Οι φόβοι τους για ενδεχόμενη καταστροφή του κλάδου δεν κρύβεται αν δεν αλλάξει το μέτρο της βαριάς φορολογίας ή δεν εφαρμοστούν νέα νομοθετικά πλαίσια που ισχύουν και στις άλλες χώρες της Ευρώπης.
Αποψη που υποστηρίζει και ο πρόεδρος της ΟΑΣΝΗ Κρήτης (ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΑΓΡΟΤΙΚΩΝ ΣΥΛΛΟΓΩΝ ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ ΚΡΗΤΗΣ), Γιώργος Τζωρτζάκης.
«Αν δεν αλλάξει αυτό το φοροεισπρακτικό μέτρο θα χαθούμε. Η τσικουδιά και η απόσταξη είναι αποτέλεσμα της εμποροκαλλιέργειας μέσα σε όρια. Εμείς ως παραδοσιακοί καζανάδες έχουμε ζητήσει από την κυβέρνηση εδώ και 2 χρόνια να αλλάξουν τα όρια που παραμένουν ίδια τα τελευταία οκτώ χρόνια και να κάνουν έρευνα σε περιοχές της Ε.Ε για να καταγράψουν παρόμοια καταστατικά. Θέλουμε να μας προστατέψουν και όχι να μας καταστρέψουν».
Σύμφωνα με τον Πρόεδρο του Συλλόγου Παραδοσιακών «Καζανάδων» Κρήτης, Στάθη Φραγκιαδάκη «οι παραγωγοί είναι νόμιμοι, με άδεια και αποδεκτοί από την Ε. Ε και μπορούν να παράγουν έχρι 1000 λίτρα το ανώτερο για παραγωγή, εμφιάλωση και προώθηση. Η διαφορά μας με τις μεγάλες εταιρίες είναι ότι προπληρώνουμε το φόρο μας ενώ οι μεγάλες βιομηχανίες τον δίνουν μετά την πώληση».
ΤΟ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ
Εντελώς διαφορετική είναι η εικόνα που δίνουν τα στελέχη του υπουργείου Οικονομικών. Σύμφωνα με τους γνωρίζοντες από το 1993 και μετά όταν άρχισε η διακίνηση του χύμα τσίπουρου χωρίς τοπικούς και χρονικούς περιορισμούς και το πρόβλημα πήρε ανεξέλεγκτες διαστάσεις. Στο υπουργείο θεωρούν πως η παραγωγή μη εμφιαλωμένου τσίπουρου αυξήθηκε με παράνομες πρακτικές αφού γενικά υπήρχε αδυναμία να τηρηθούν οι νόμιμες προδιαγραφές παραγωγής.
Το όλο ζήτημα έφτασε στις Βρυξέλλες και έτσι συγκλήθηκε ειδική επιτροπή διαχείρισης του θέματος, συμβατή με την νομοθεσία της Ε.Ε… ώστε να μην επιβληθούν πρόστιμα.
Σύμφωνα με κύκλους του υπουργείου η Ελληνική πλευρά επιθυμεί η τελική νομοθεσία να ενσωματώσει τα ισχύοντα και στις υπόλοιπες χώρες της Ε.Ε.
Η ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ
Σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία κάθε αμπελουργός έχει το δικαίωμα να αποστάξει τα «τσάμπουρα», που έχουν απομείνει από την παραγωγή της αμπελουργίας του και να βγάλει τσίπουρο για τέσσερα 48ωρα την περίοδο Οκτωβρίου -Νοεμβρίου. Έτσι δημιουργείται το χύμα διήμερο τσίπουρο ή ρακή.
Το παραχθέν προϊόν απόσταξης επιτρέπεται να διατεθεί από τον ίδιο τον παραγωγό στη αγορά, συνοδευόμενο με το αντίγραφο της άδειας απόσταξης και το αποδεικτικό είσπραξης του ειδικού φόρου κατανάλωσης χύμα, σε γυάλινα δοχεία των 5 λίτρων.
Αρχικά, η παραγωγή και διακίνηση του χύμα προϊόντος είχε στόχο την προστασία των ιδιοκτητών και καλλιεργητών αμπελώνων για μικρή περιθωριακή παραγωγή και σχεδόν ιδιωτική χρήση. Και γι' αυτό τον λόγο η φορολόγησή του ήταν μέχρι τώρα διακριτική.
Δημοσίευμα της εφημερίδας ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ ( Σάββατο 8 Φεβρουαρίου 2014)
Πηγή http://www.metrogreece.gr/ArticleDetails/tabid/82/ArticleID/403390/Default.aspx
Σύμφωνα με τους παραδοσιακούς παραγωγούς η αλλαγή της τιμής από 0,59 λεπτά το λίτρο σε 3 ευρώ αλλάζει δραματικά τα δεδομένα και βγάζει εκτός αγοράς τους καζανάδες της Κρήτης, οι οποίοι παράγουν τσίπουρο και ρακή και την εμπορεύονται είτε σε καταστήματα εστίασης είτε σε μικρά σημεία πώλησης.
«Οι προτάσεις για την αύξηση της φορολόγησης έγιναν από τον κ. Μαυραγάνη και τις μεγάλες βιομηχανίες ποτών» δηλώνει στα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ, ο πρόεδρος του Συλλόγου Παραδοσιακών Καζανάδων Κρήτης, Στάθης Φραγκιαδάκης.
«Είμαστε οι παραδοσιακοί παραγωγοί και πληρώνουμε 0,60 ευρώ το λίτρο. Καθεστώς που παραμένει ίδιο εδώ και οκτώ χρόνια. Αν μπει τώρα φόρος 3 ευρώ στο λίτρο αυτομάτως το χύμα προϊόν θα εκτοξευθεί στα 12 ευρώ στην πώληση. Πράγμα που θα «σκοτώσει» την αγορά» επισημαίνει.
Τι απαντά όμως σε όσους μιλούν για παραβατικές συμπεριφορές; «Είμαστε καθόλα νόμιμοι και σωστοί απέναντι στην Ε. Ε αφού μας έχει αποδεχτεί ως καλλιεργητές, σύμφωνα με το νόμο που διέπει το καθεστώς των διήμερων παραγωγών οι οποίοι βγάζουν μικρή ποσότητα παραγωγής για επιπλέον εισόδημα».
ΑΥΞΗΣΗ ΦΟΡΟΥ
Το θέμα της αφορολόγητης διακίνησης χύμα τσίπουρου και ρακής μπήκε στο στόχαστρο της ΕΕ όταν την τελευταία δεκαετία πολλαπλασιάστηκαν οι ιδιωτικές εταιρείες και οι οινοποιητικοί συνεταιρισμοί που εμφιάλωναν τσίπουρο.
Σε αυτούς η φορολογία ήταν υψηλή από την πρώτη στιγμή της παραγωγής φθάνοντας την τελευταία τριετία το 12,5 ευρώ το λίτρο, γεγονός που υποστηρίζει και ο παραγωγός από την βιομηχανία ποτών «Αποστάγματα Κρήτης», Βαγγέλης Παριανός.
«Πράγματι εμείς πληρώνουμε 12,5 ευρώ το λίτρο από την στιγμή της πώλησης και μετά το άνυδρο ποτό όπως λένε τη ρακή και όχι σαν τους παραδοσιακούς παραγωγούς που πληρώνουν μέχρι σήμερα ελάχιστα χωρίς να έχουν το δικαίωμα ετικέτας. Η διακίνηση του χύμα προϊόντος είναι σχεδόν αφορολόγητη και δεχόμαστε έτσι αθέμιτο ανταγωνισμό. Οι πωλήσεις μας έχουν πέσει την τελευταία τριετία στο 20% - 25%».
ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ
Ωστόσο η οργή των παραδοσιακών ρακάδων ξεχειλίζει αφού βλέπουν το μικρό εισόδημα που κερδίζουν με την παραγωγή της τσικουδιάς ότι κινδυνεύει να χαθεί. Οι ίδιοι εστιάζουν τα αιτήματα τους στη διαφύλαξη του παραδοσιακού προϊόντος από τους επιτήδειους που τα τελευταία χρόνια εξασκούν το σπορ της λαθροεισαγωγής. Οι φόβοι τους για ενδεχόμενη καταστροφή του κλάδου δεν κρύβεται αν δεν αλλάξει το μέτρο της βαριάς φορολογίας ή δεν εφαρμοστούν νέα νομοθετικά πλαίσια που ισχύουν και στις άλλες χώρες της Ευρώπης.
Αποψη που υποστηρίζει και ο πρόεδρος της ΟΑΣΝΗ Κρήτης (ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΑΓΡΟΤΙΚΩΝ ΣΥΛΛΟΓΩΝ ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ ΚΡΗΤΗΣ), Γιώργος Τζωρτζάκης.
«Αν δεν αλλάξει αυτό το φοροεισπρακτικό μέτρο θα χαθούμε. Η τσικουδιά και η απόσταξη είναι αποτέλεσμα της εμποροκαλλιέργειας μέσα σε όρια. Εμείς ως παραδοσιακοί καζανάδες έχουμε ζητήσει από την κυβέρνηση εδώ και 2 χρόνια να αλλάξουν τα όρια που παραμένουν ίδια τα τελευταία οκτώ χρόνια και να κάνουν έρευνα σε περιοχές της Ε.Ε για να καταγράψουν παρόμοια καταστατικά. Θέλουμε να μας προστατέψουν και όχι να μας καταστρέψουν».
Σύμφωνα με τον Πρόεδρο του Συλλόγου Παραδοσιακών «Καζανάδων» Κρήτης, Στάθη Φραγκιαδάκη «οι παραγωγοί είναι νόμιμοι, με άδεια και αποδεκτοί από την Ε. Ε και μπορούν να παράγουν έχρι 1000 λίτρα το ανώτερο για παραγωγή, εμφιάλωση και προώθηση. Η διαφορά μας με τις μεγάλες εταιρίες είναι ότι προπληρώνουμε το φόρο μας ενώ οι μεγάλες βιομηχανίες τον δίνουν μετά την πώληση».
ΤΟ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ
Εντελώς διαφορετική είναι η εικόνα που δίνουν τα στελέχη του υπουργείου Οικονομικών. Σύμφωνα με τους γνωρίζοντες από το 1993 και μετά όταν άρχισε η διακίνηση του χύμα τσίπουρου χωρίς τοπικούς και χρονικούς περιορισμούς και το πρόβλημα πήρε ανεξέλεγκτες διαστάσεις. Στο υπουργείο θεωρούν πως η παραγωγή μη εμφιαλωμένου τσίπουρου αυξήθηκε με παράνομες πρακτικές αφού γενικά υπήρχε αδυναμία να τηρηθούν οι νόμιμες προδιαγραφές παραγωγής.
Το όλο ζήτημα έφτασε στις Βρυξέλλες και έτσι συγκλήθηκε ειδική επιτροπή διαχείρισης του θέματος, συμβατή με την νομοθεσία της Ε.Ε… ώστε να μην επιβληθούν πρόστιμα.
Σύμφωνα με κύκλους του υπουργείου η Ελληνική πλευρά επιθυμεί η τελική νομοθεσία να ενσωματώσει τα ισχύοντα και στις υπόλοιπες χώρες της Ε.Ε.
Η ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ
Σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία κάθε αμπελουργός έχει το δικαίωμα να αποστάξει τα «τσάμπουρα», που έχουν απομείνει από την παραγωγή της αμπελουργίας του και να βγάλει τσίπουρο για τέσσερα 48ωρα την περίοδο Οκτωβρίου -Νοεμβρίου. Έτσι δημιουργείται το χύμα διήμερο τσίπουρο ή ρακή.
Το παραχθέν προϊόν απόσταξης επιτρέπεται να διατεθεί από τον ίδιο τον παραγωγό στη αγορά, συνοδευόμενο με το αντίγραφο της άδειας απόσταξης και το αποδεικτικό είσπραξης του ειδικού φόρου κατανάλωσης χύμα, σε γυάλινα δοχεία των 5 λίτρων.
Αρχικά, η παραγωγή και διακίνηση του χύμα προϊόντος είχε στόχο την προστασία των ιδιοκτητών και καλλιεργητών αμπελώνων για μικρή περιθωριακή παραγωγή και σχεδόν ιδιωτική χρήση. Και γι' αυτό τον λόγο η φορολόγησή του ήταν μέχρι τώρα διακριτική.
Δημοσίευμα της εφημερίδας ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ ( Σάββατο 8 Φεβρουαρίου 2014)
Tags:
Ενημέρωση